Η ΕΛΣΤΑΤ διαφωνεί με την έκθεση του Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ που αναφέρεται στο ποσοστό της «πραγματικής ανεργίας». Η ΕΛΣΤΑΤ και το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ διαφωνούν στον ορισμό του ανέργου. Το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ υπολογίζει την ανεργία προσθέτωντας στους ανέργους «το εν δυνάμει πρόσθετο εργατικό δυναμικό (ανθρώπους που αναζητούν εργασία, αλλά δεν είναι διαθέσιμοι κατά την περίοδο της έρευνας, και αυτούς που είναι διαθέσιμοι, αλλά δεν αναζητούν εργασία), καθώς και τους εργαζομένους που υποαπασχολούνται». Η ΕΛΣΤΑΤ διαφωνεί με αυτή την πρακτική λέγοντας πως οι υπολογισμοί της «βασίζονται στις συστάσεις και στις προδιαγραφές που έχουν καθορισθεί και διατυπωθεί στις αποφάσεις των Διεθνών Συσκέψεων Στατιστικών Εργασίας υπό την αιγίδα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας» ώστε να εξασφαλίζονται οι διεθνείς συγκρίσεις και πως «η Eurostat παράγει τρεις νέους δείκτες, συμπληρωματικούς του δείκτη ανεργίας, οι οποίοι καλύπτουν άτομα που έχουν κοινά χαρακτηριστικά με όσους χαρακτηρίζονται άνεργοι σύμφωνα με τον καθιερωμένο ορισμό της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, αλλά δεν ικανοποιούν όλα τα κριτήρια για να χαρακτηριστούν άνεργοι».
Πάντως είτε τους ονομάσουμε όλους άνεργους είτε όχι, το ποσοστό των ανέργων και του εν δυνάμει πρόσθετου εργατικού δυναμικού και των εργαζομένων που υποαπασχολούνται, όπως εμφανίζεται στην έκθεση του ΙΝ/ ΓΣΕΕ ήταν 30,8 για το β τρίμηνο του 2016 και ανησυχητικό.
Α. Β.